- δεμάτιο
- το (AM δεμάτιον)βλ. δεμάτι.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
καρδιά — Μυώδες κοίλο όργανο με τέσσερις χώρους, η λειτουργία του οποίου είναι θεμελιώδης για την κυκλοφορία του αίματος, καθώς παραλαμβάνει το αίμα από τις φλέβες και ως αντλία το τροφοδοτεί στις αρτηρίες. Η κ. του ανθρώπου βρίσκεται στο πρόσθιο μέσο… … Dictionary of Greek
δεμάτι — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 200 μ., 391 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μονοφατσίου του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα του νομού, 54 χλμ. ΝΑ της πόλης του Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο… … Dictionary of Greek
κολποκοιλιακός — ή, ό φρ. α) «κολποκοιλιακό δεμάτιο» ανατ. σχοινοειδής μάζα εξειδικευμένων μυοκαρδιακών ινών που αποτελεί τμήμα τού ερεθισματαγωγού συστήματος τής καρδιάς β) «κολποκοιλιακός κόμβος» ανατ. μικρή μάζα εξειδικευμένων μυοκαρδιακών κυττάρων που… … Dictionary of Greek
βιοηλεκτρισμός — Εξαιρετικά ασθενή ηλεκτρικά ρεύματα τα οποία παράγονται στους ιστούς των ζωντανών οργανισμών και οφείλονται σε διαφορές συγκέντρωσης ιόντων στις δύο πλευρές των κυτταρικών μεμβρανών. Η έντασή τους εξαρτάται από τη λειτουργική κατάσταση των ιστών … Dictionary of Greek
νευρικό σύστημα — Σύστημα οργάνων στα ζώα και στους ανθρώπους με το οποίο πραγματοποιείται η επαφή του οργανισμού με το περιβάλλον και με το οποίο αλληλοσυνδέονται τα όργανα μεταξύ τους και συντονίζονται οι λειτουργίες του σώματος. κεντρικό ν.σ. Στην κοιλότητα που … Dictionary of Greek
νευροφυτικό σύστημα — Σχηματίζεται από δύο βασικά συστήματα: το συμπαθητικό και το παρασυμπαθητικό· έργο του είναι να ρυθμίζει τη δραστηριότητα των ζωικών λειτουργιών του οργανισμού. Από πολλούς επιστήμονες θεωρείται αυτόνομο νευρικό σύστημα, γιατί στην άσκηση της… … Dictionary of Greek
Ράιλ, Γιόχαν Kρίστιαν — (Reil, 1759 – 1813). Γερμανός ανατόμος και φυσιολόγος. Διετέλεσε διαδοχικά καθηγητής των πανεπιστήμιων Χάλης και Βερολίνου (1788, 1810) και υπήρξε από τους κύριους αντιπρόσωπους του ζωισμού στη Γερμανία. Νεωτεριστικές για την εποχή υπήρξαν οι… … Dictionary of Greek